Σύμφωνα με τον Ελληνικό Οργανσιμό Ανακύκλωσης (Ε.Ο.ΑΜ) και στοιχεία της ETRA (European Tyre Recycling Association), περίπου 3.250.000 τόνοι ελαστικών αφαιρούνται από αυτοκίνητα και φορτηγά στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 κρατών-μελών και χαρακτηρίζονται ως απόβλητα. Επιπλέον άλλοι 60.000-70.000 τόνοι ελαστικών αφαιρούνται από αγροτικά και άλλα οχήματα, τα οποία δεν εμπίπτουν στην οδηγία της Ε.Ε.
Τα ελαστικά των αυτοκινήτων, πέρα από το καουτσούκ το οποίο χρησιμοποιούν, περιέχουν και ποσότητες μετάλλου , όπως χάλυβας και σίδηρος, σε ποσοστό που φτάνει και το 15% του βάρους του ελαστικού που μπορούν να ανακτηθούν και να επαναχρησιμοποιηθούν. Τα τελευταία χρόνια έχει υπάρξει μια σημαντική βελτίωση στην ανακύκλωση των ελαστικών στην Ε.Ε. Πλέον, ποσοστό λιγότερο από το 18% καταλήγει σε ΧΥΤΑ, ενώ περίπου το 35% ανακυκλώνεται και ένα άλλο 35% χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενέργειας .
Στην Ελλάδα λειτουργεί συλλογικό σύστημα ανακύκλωσης ελαστικών από το 2004, και πανελλαδικά από το 2006. Το 2010 συλλέχθηκαν 41.520 τόνοι από τους οποίους το 63,5% ανακυκλώθηκε και το 15,8% αξιοποιήθηκε ενεργειακά εντός της Ελλάδας. Το 2015 συλλέχθηκαν 35.914 τόνοι από τους οποίους το 48,4% ανακυκλώθηκε και το 51,6% αξιοποίηθηκε ενεργειακά εντός της Ελλάδας.
Η μη ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση των ελαστικών έχει ως αποτέλεσμα τη μεταφορά τους σε ΧΥΤΑ με αποτέλεσμα, λόγω του όγκου τους, να επέρχεται ταχύτερος κορεσμός των χώρων υγειονομικής ταφής απορριμμάτων. Επιπλέον χάνονται πολύτιμα υλικά, όπως καουτσούκ και χάλυβας, τα οποία έχουν πολλές χρήσεις και μπορούν να υποκαταστήσουν άλλα υλικά.
Σύμφωνα με στοιχεία της ETRA απαιτούνται 121.000 μονάδες ενέργειας για την παραγωγή 1 κιλού νέου καουτσούκ αλλά μόλις 2.200 μονάδες ενέργειας για την παραγωγή 1 κιλού τρίμματος από ανακυκλωμένο καουτσούκ . Το αποτέλεσμα είναι να παράγονται 4,35 τόνοι CO2 από τη διαδικασία παραγωγής φυσικού καουτσούκ αλλά μόλις 97 κιλά CO2 για την παραγωγή της ίδιας ποσότητας ανακυκλωμένου καουτσούκ. Επομένως το όφελος είναι διπλό τόσο για την αποφυγή της διόγκωσης του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής, όσο και για τη διαδικασία βιώσιμης διαχείρισης των διαθέσιμων φυσικών πόρων.